(Του Σταύρου Σκοπελίτη*)
Κυριολεκτικά αγανακτώ όταν ακούω ορισμένους, προκειμένου να δικαιολογήσουν τις εξευτελιστικές τιμές που πωλούν το λάδι τους οι ελαιοκαλλιεργητές, να επικαλούνται την ισπανική παραγωγή.
Και αγανακτώ γιατί ποτέ, κυριολεκτώ λέγοντας ποτέ, δεν μας έκαναν την χάρη να μας πουν συνάμα για το ύψος της παγκόσμιας κατανάλωσης ελαιόλαδου αλλά και για τα ποιοτικά στοιχεία της ισπανικής παραγωγής.
Και δεν μιλάνε γι΄ αυτά όχι γιατί δεν τα γνωρίζουν, αλλά γιατί οι περισσότεροι απ΄ αυτούς παίζουν το παιχνίδι εκείνων που θέλουν τον μικρομεσαίο αγρότη, να είναι λειψά ή στραβά να το πω έτσι, πληροφορημένος ώστε εύκολα να μπορούν να του πλασάρουν τις αντιαγροτικές τους επιλογές.
Ξέρουν πολύ καλά ότι και η πιο καλή παγκόσμια παραγωγικά χρονιά, σε μια χρονιά που ο παγκόσμιος ελαιώνας θα έχει πλήρη παραγωγή, αυτή δεν ξεπερνά ή ξεπερνά λίγο την παγκόσμια κατανάλωση ελαιόλαδου.
Ξέρουν επίσης και μάλιστα πάρα πολύ καλά ότι σήμερα λάδι τρώνε και λαοί που πριν μερικά χρόνια δεν ήξεραν ούτε το χρώμα του και μιλώ για τους λαούς όλων των Ηπείρων. Λαοί από την Ασία, Αφρική, Αυστραλία, Αμερική και βέβαια της Ευρώπης.
Γνωρίζουν επίσης πάρα πολύ καλά ότι άλλο πράγμα τα λάδια της Ελλάδας και άλλο της Ισπανίας, ακόμα και της Ιταλίας. Και λέω άλλο πράγμα, εννοώντας από πλευρά ποιότητας αφού πάνω από το 50% της ισπανικής παραγωγής είναι ελαιόλαδο υποβαθμισμένης ποιότητας γι΄ αυτό και οι ίδιοι οι Ισπανοί χρησιμοποιούν τα Ελληνικά λάδια, σαν βελτιωτικά των δικών τους λαδιών.
Άλλο πράγμα λοιπόν τα Ελληνικά λάδια και άλλο τα Ισπανικά, γι΄ αυτό και δεν έπρεπε η ελληνική παραγωγή να επηρεάζεται από την ισπανική. Αν γίνεται κάτι τέτοιο αυτό γίνεται γιατί προς δόξα της Ευρωενωσιακής πολιτικής και των Ελληνικών Κυβερνήσεων, που μιλάνε για το προσανατολισμό των παραγωγών στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, καμιά προστασία δεν παρέχεται στον Έλληνα μικρομεσαίο ελαιοπαραγωγό, που έφτασε να παράγει ελαιόλαδο το οποίο πάνω από το 80% είναι εξαιρετικής ποιότητας.
Δεν βρίσκεται λοιπόν το πρόβλημα με τις εξευτελιστικές τιμές ούτε στην προσφορά ούτε στην ποιότητα της παραγωγής μας.
Βρίσκεται στην πολιτική που προωθείται εδώ και χρόνια και θέλει η παραγωγή αγαθών, όπως και του ελαιόλαδου, να μην υπηρετεί ανάγκες της κατανάλωσης, αλλά την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου.
Να φέρω ένα παράδειγμα για να γίνω ακόμα πιο κατανοητός.
Είναι γνωστό ότι σήμερα, την τρίτη χιλιετηρίδα, χιλιάδες παιδιά στις υποανάπτυκτες χώρες, πεθαίνουν γιατί δεν έχουν ένα ποτήρι γάλα να πιούν, ενώ την ίδια στιγμή η πολιτική που εφαρμόζεται στο τομέα της κτηνοτροφίας κάνει ότι μπορεί για να αναγκάσει τον μικρομεσαίο κτηνοτρόφο να παρατήσει αυτή την αγροτική ενασχόληση.
Είναι επίσης γνωστό ότι ενώ εκατομμύρια συνάνθρωποί μας λιμοκτονούν οι Ελληνικές Κυβερνήσεις και βέβαια η ΕΕ οδηγούσαν χιλιάδες τόνους φρούτα έως και κοτόπουλα στις χωματερές.
Αυτή λοιπόν η πολιτική που στηρίζει με «νύχια και με δόντια» την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου είναι που δημιούργησε τα προβλήματα στο μικρομεσαίο ελαιοπαραγωγό και όχι η ισπανική παραγωγή.
Και όταν λέω με «νύχια και με δόντια» εννοώ τις αποφάσεις που πήρε και εξακολουθεί βέβαια να παίρνει η ΕΕ με την σύμφωνη γνώμη των Ελληνικών Κυβερνήσεων είτε αυτές ανήκαν στο ΠΑΣΟΚ είτε ανήκαν στη ΝΔ.
Και θυμίζω ορισμένες απ΄ αυτές τις αποφάσεις:
> Κατάργηση της παρέμβασης και των τιμών ασφαλείας.
Αυτό το μέτρο σε συνδυασμό με τις δυσκολίες στην χρηματοδότηση των συνεταιρισμών απ΄ την ΑΤΕ, είχε σαν αποτέλεσμα να μείνει ο ελαιοπαραγωγός έκθετος στην κερδοσκοπία των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών.
> Άνοιγμα της αγοράς μας στις εισαγωγές ελαιόλαδου από τρίτες χώρες (Αφρική).
Αυτό το άνοιγμα συνέβαλε στο «πάγωμα» των τιμών στα σημερινά εξευτελιστικά επίπεδα.
> Αποποινικοποίηση της νοθείας του λαδιού με σπορέλαια,
που είχε σαν αποτέλεσμα την παραγωγή προϊόντος που φέρει το τίτλο «Ελαιόλαδο» ενώ πρόκειται για μείγμα ελαιόλαδου και σπορέλαιου.
> Ικανοποίηση της απαίτησης των εμποροβιομηχάνων για απαγόρευση του 16κιλου,
που δημιούργησε πρόβλημα στην διάθεση ελαιόλαδου απ΄ ευθείας από τον παραγωγό στον καταναλωτή, που ήταν και ο στόχος τους.
Και τέλος,
> η αποδέσμευση της επιδότησης από την παραγωγή και το πάγωμα της στα επίπεδα του 2000,
που έχει σαν στόχο της στο να πετάξει έξω από το χωράφι του τον παραγωγό.
Όσο λοιπόν υπάρχει αυτή η πολιτική τα προβλήματα των μικρομεσαίων ελαιοπαραγωγών όχι μόνο δεν θα αντιμετωπίζονται αλλά και θα επιδεινώνονται περισσότερο.
Ήδη όπως είναι γνωστό η ΕΕ ετοιμάζεται να κόψει την επιδότηση σε όσους έχουν λιγότερα από 10 στρέμματα ελαιώνων ή παίρνουν κάτω από 250 ευρώ επιδότηση.
Η πάλη λοιπόν για την ανατροπή αυτής της πολιτικής, με παράλληλη ενίσχυση του ΚΚΕ είναι μονόδρομος και για τους μικρομεσαίους ελαιοπαραγωγούς.
.........................................................
* Ο Σταύρος Γ. Σκοπελίτης είναι εργατοαγρότης, πρόεδρος Συντονιστικής Επιτροπής Αγροτών Λέσβου, μέλος Γραμματείας ΠΑΣΥ και βουλευτής του ΚΚΕ στο Νομό Λέσβου.
..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου